Τετάρτη 31 Μαρτίου 2010

Our Town, Thornton Wilder - Η μικρή μας πόλη, Θόρτον Ουάϊλντερ (1938)


Our Town is a three-act play by American playwright Thornton Wilder. It is a character story about an average town's citizens in the early twentieth century as depicted through their everyday lives (particularly George Gibbs, a doctor's son, and Emily Webb, the daughter of the town's newspaper editor and George's future wife). Using metatheatrical devices, Wilder sets the play in a 1930s theater. He uses the actions of the Stage Manager to create the town of Grover's Corners for the audience. Scenes from its history between the years of 1901 and 1913 play out.

Wilder wrote the play while in his 30s. In June 1937, he lived in the MacDowell Colony in Peterborough, New Hampshire, one of the many locations where he worked on the play. During a visit to Zurich in September 1937, he drafted the entire third act in one day after a long evening walk in the rain with a friend.

Our Town was first performed at the McCarter Theater in Princeton, New Jersey on 22 January 1938. It next opened at the Wilbur Theater in Boston, Massachusetts on 25 January 1938. Its New York City debut was on 4 February 1938 at Henry Miller's Theatre, and later moved to the Morosco Theatre. The play was produced and directed by Jed Harris. Wilder received the Pulitzer Prize for Drama in 1938 for the work. In 1947, the Soviet Union banned Our Town for glorifying family life.
Η μικρή μας πόλη είναι μια τρυφερή, ευαίσθητη και συνάμα φιλοσοφημένη παρουσίαση της ανθρώπινης καθημερινότητας που ζωντανεύει μέσα από τους κύκλους των εποχών και της ανθρώπινης ζωής, τα αισθήματα και οι μεγάλες στιγμές της ζωής μας, που έρχονται να συντριβούν από τα κυρίαρχα χαρακτηριστικά του αγελαίου ζώου που λέγεται άνθρωπος. Παντού εκεί που υπάρχει ανθρώπινο κοινωνικό κύτταρο εκεί ελλοχεύουν ο εγωισμός, η καθημερινότητα, η αίσθηση πως είμαστε αιώνιοι, η άγνοια των αισθημάτων των άλλων.
**********************************************************************************
Με το έργο του ο συγγραφέας και ποιητής κάνει μια προσπάθεια να αποτιμηθεί το ανεκτίμητο και των πιο μικρών συμβάντων της καθημερινής ζωής. Μιας ζωής που περνάει χωρίς να αφήνει σημάδια στην Ιστορία, μα που συνεχίζει τον ανελέητο κυκλο της ανθρώπινης πορείας: Γέννηση - Έρωτας - Θάνατος. Αυτό το θαύμα της ζωής που τόσο λίγο καταλαβαίνουμε όταν το ζούμε και που λίγο το ζούμε όσο δεν το καταλαβαίνουμε.
**********************************************************************************
« ...είναι αυτό που υποστηρίζει ένας ποιητής πέρα από τις κοιλάδες των μεγάλων ποταμιών: πρέπει ν’ αγαπάς τη ζωή, για να’χεις ζωή. Και πρέπει να’ χεις μέσα σου ζωή για να μπορείς ν’ αγαπάς τη ζωή... Είναι αυτό που λέμε “φαύλος κύκλος” της ζωής...»
**********************************************************************************
Το έργο του αμερικανού μυθιστοριογράφου και θεατρικού συγγραφέα, Θόρτον Ουάιλντερ (1897-1975), γράφτηκε το 1938, ανέβηκε τον ίδιο χρόνο στο Μπρόντγουέι με ιδιαίτερη επιτυχία και του χάρισε ένα ακόμα βραβείο Πούλιτζερ. Στην Ελλάδα πρωτοπαίχτηκε το 1945 από το θίασο της Κατερίνας, σε σκηνοθεσία του Ντίνου Λιανόπουλου και το 1954 παρουσιάστηκε στο Θέατρο Τέχνης, του Κάρολου Κουν, στο ιστορικό πλέον υπόγειο του Ορφέα. Το 1962, στο θέατρο Διονύσια, σε σκηνοθεσία Μάριου Πλωρίτη, η μεγάλη Έλλη Λαμπέτη, στο ρόλο της Έμιλυ, κερδίζει μια θέση στους αθάνατους της “Μικρής μας Πόλης” έχοντας πλάι της το Γιάννη Φέρτη στο ρόλο του Τζωρτζ. Έκτοτε παίχτηκε πάμπολλες φορές από θεατρικές σκηνές της Πρωτεύουσας, από Δημοτικά Περιφερειακά Θέατρα, από κρατικούς ή πρωτοποριακούς θιάσους κι από ερασιτεχνικές σκηνές.
*********************************************************************************
Το έργο εμπεριέχει στη διδασκαλία του δύο κύριες δυσκολίες: χρησιμοποιεί διγλωσσία (γλώσσα ρέουσα και γλώσσα μιμική, δηλαδή του σώματος), ακυρώνει τα σκηνικά και τα αξεσουάρ. Γυμνή σκηνή, δύο τραπέζια, μερικές καρέκλες και τίποτα άλλο. Ο θεατής πρέπει να φανταστεί τα σπίτια, τους δρόμους, τους κήπους, τα ζώα, να φανταστεί τα αντικείμενα (πιάτα, ποτήρια, σίδερο ρούχων, εφημερίδες, φρούτα, φαγητό κ.λ.π.). Οι μιμικές κινήσεις των ηθοποιών συνίστανται στο να κόβουν αόρατα λουλούδια, να πίνουν από αόρατα φλιτζάνια, να σιδερώνουν με ανύπαρκτο σίδερο κλπ. Οι παραπάνω λόγοι σταθμίζονται ιδιαίτεροι και απαιτούν υποκριτικές δυνατότητες υψηλής στάθμης, απαιτούν κατάθεση σώματος και ψυχής.
**********************************************************************************
Αυτό το έργο ξάφνιασε από τότε που πρωτοπαρουσιάστηκε, φέρνοντας ανατροπή στα θεατρικά πράγματα της εποχής του, αρκεί να σημειωθεί ότι παίζεται χωρίς σκηνικά. Ο θεατής οφείλει να φανταστεί τους δρόμους, τα σπίτια, τους κήπους, τα ζώα, τα κτίρια, τα αντικείμενα. Οφείλει να μπει μέσα στο έργο και να ταξιδέψει στο Γκρόβερς Κόρνερς στην πολιτεία του Νιού Χαμσάϊρ στην Μασαχουσέττη του 1901. Να αφεθεί στο λόγο του συγγραφέα, να
bitrosmikripoli
συμφιλιωθεί με τα πρόσωπα του έργου, να ταυτιστεί, να γκρινιάξει μαζί τους, να παίξει, να κλάψει, να χαρεί, να απορήσει για τούτη τη ζωή, για το γάμο, το θάνατο, τη δόξα, το χρήμα.

Να αναρωτηθεί μαζί με την «Έμιλυ» για το «αν οι ζωντανοί καταλαβαίνουν». Για να ακούσει σε λίγο την αποκαλυπτική και τόσο ρεαλιστική και διαχρονική απάντηση: «Τώρα ξέρεις. Αυτό θα πει να είσαι ζωντανός. Να τριγυρνάς μέσα σε ένα σύννεφο άγνοιας. Να πηγαίνεις πάνω – κάτω τσαλαπατώντας τα αισθήματα εκείνων που είναι γύρω σου. Να χάνεις και να σπαταλάς τον καιρό σου, σα να έχεις μπροστά σου χίλια χρόνια. Να’ σαι πάντοτε έρμαιο του πάθους σου και του εγωισμού σου…»
*********************************************************************************

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου